Jump to content

Recommended Posts

Νταλαβέρι ή Νταραβέρι

Η λέξη προέρχεται από το ιταλικό 'δούναι και λαβείν', "dare-avere" και αρχικά σήμαινε την εμπορική σχέση και συναλλαγή οποιασδήποτε μορφής. Στη συνέχεια η σημασία της λέξης διευρύνθηκε σημαίνοντας, κατ' επέκταση, κοινωνική σχέση κι επαφή. Έτσι, το 'νταραβέρι' κατέληξε να χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει συναισθηματικές ή ερωτικές σχέσεις

Link to comment
Share on other sites

  • Απαντήσεις 97
  • Created
  • Τελευταία απάντηση

Top Posters In This Topic

Νταλαβέρι ή Νταραβέρι

Η λέξη προέρχεται από το ιταλικό 'δούναι και λαβείν', "dare-avere" και αρχικά σήμαινε την εμπορική σχέση και συναλλαγή οποιασδήποτε μορφής. Στη συνέχεια η σημασία της λέξης διευρύνθηκε σημαίνοντας, κατ' επέκταση, κοινωνική σχέση κι επαφή. Έτσι, το 'νταραβέρι' κατέληξε να χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει συναισθηματικές ή ερωτικές σχέσεις

Ποιος Μπαμπινιωτης μου λες τωρα!! :thumbup::thumbup::thumbup:

Link to comment
Share on other sites

Πήρε το κρίμα στο λαιμό του

Κατά τη βυζαντινή εποχή, όταν κάποιος πλούσιος καταδικαζόταν να μείνει στη φυλακή, είχε δικαίωμα να βάλει κάποιον άλλο στη θέση του, τον οποίο, βέβαια πλήρωνε πλουσιοπάροχα. Φυσικά, το δικαίωμα αυτό το είχαν μόνο όσοι καταδικάζονταν λιγότερο από ένα χρόνο. Οι άνθρωποι αυτοί, που δέχονταν να μπουν στη φυλακή, ονομάζονταν "κ ρ ι μ α τ ά ρ η δ ε ς", επειδή έπαιρναν τα αμαρτήματα των άλλων πάνω τους. Από τότε έμεινε και η φράση: "τ ο κ ρ ί μ α σ τ ο λ α ι μ ό τ ο υ". :thumbup:

Link to comment
Share on other sites

Έχασε τ’αβγά και τα καλάθια

Για κάποιον που τρομάζει ή που σαστίζει εύκολα, λέμε συνήθως ότι, «έχασε τ’αβγά και τα καλάθια». Η φράση αυτή έμεινε από το 1688, όταν την Αθήνα την είχε καταλάβει ο Μοροζίνης με τα στρατεύματα του.

Την εποχή εκείνη είχε πέσει πανώλη και τα κρούσματα ήταν χιλιάδες. Οι στρατιώτες του Μοροζίνη άρχισαν ν’αποδεκατίζονται στην κυριολεξία. Όλα τα χωράφια, είχαν γίνει νεκροταφεία. Πολλοί λοιπόν, Αθηναίοι, για να σωθούν, πήραν τις οικογένειες τους και τράβηξαν σε διάφορα νησιά. Ανάμεσα σ’αυτούς ήταν και ο Ιωάννης Ντερζίνης ή Ντερτσίνης που έκανε εμπόριο αβγών.

Για να μην αφήσει όμως το εμπόρευμα του να χαλάσει, αποφάσισε να το πάρει μαζί του, με την ελπίδα να το πουλήσει στα νησιά. Αλλά στον δρόμο τους επιτέθηκαν Αλγερινοί κουρσάροι και τους έπιασαν. Όσοι από τους ταξιδιώτες ήταν νέοι και γέροι, κρατήθηκαν αιχμάλωτοι και μεταφέρθηκαν στο Αλγέρι. Τον Ντερτσίνη, που ήταν γέρος και άρρωστος, τον άφησαν ελεύθερο. Έτσι αναγκάστηκε να γυρίσει ξανά πίσω στην Αθήνα. Φυσικά, πολλοί ενδιαφέρθηκαν τότε να μάθουν για την τύχη των συγγενών τους και τον επισκέπτονταν σπίτι του, για να τους πει τα καθέκαστα.

Σε μια Αθηναία, λοιπόν, που είχε χάσει τον άντρα της και έκλαιγε σπαρακτικά, ο Ντερτσίνης της είπε. -Η αφεντιά σου, κλαις για τον άντρα σου. Αμ τι να πω εγώ ο κακομοίρης, που’χασα τ' αβγά και τα καλάθια; Έτσι η φράση του αγαθού αυτού αβγουλά, έμεινε μέχρι τα χρόνια μας, με διαφορετική όμως σημασία.

Link to comment
Share on other sites

Έχασε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα

Η φράση ξεκινάει και γίνεται πολύ γνωστή από το παρακάτω τραγούδι, που γράφτηκε για το θρήνο της Πόλης: «Τ’ απάνω βήμα πάρθηκεν το κάτω ποκοιμάται το μεσακό εστράγγισε, παιδιά, πάρθην η Πόλη. Πήραν την Πόλη πήραν την, πήραν και την Ασία, πήραν και την Άγια Σοφιά, το μέγα μοναστήρι με τετρακόσια σήμαντρα με εξήντα καλογέρους.

Κλαμμός, θραμμός, που γένηκε εκείνην την ημέρα ‘χασε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα».

Όταν έπεφτε μια πόλη, ύστερα από μεγάλη πολιορκία, οι στρατιώτες που έμπαιναν μέσα νικητές λαφυραγωγούσαν (έπαιρναν σαν λάφυρα) αντικείμενα, αλλά και παιδιά και γυναίκες, που τους πουλούσαν, και το κέρδος τους ήταν πολύ μεγάλο. Αλλού μαζεύανε τους άντρες, αλλού τις γυναίκες και αλλού τα παιδιά, που, κλαίγοντας, φωνάζανε τους γονείς τους. Το ίδιο ειπώθηκε και στην οπισθοχώρηση του στρατού μας στη Μικρά Ασία και το φευγιό των προσφύγων για την Ελλάδα.

Link to comment
Share on other sites

• Έριξε πέτρα πίσω του

Η φράση αυτή, που τη χρησιμοποιούμε αρκετά συχνά και σήμερα, είναι σχετική με το «ανάθεμα» και «αναθεματίζω» και η ιστορία της κρατά από τα παλιά χρόνια. Πολύ πριν και από τον Όμηρο ακόμα, εφαρμοζόταν ένας άγραφος νόμος, να λιθοβολούν το φονιά ή τον αναγγέλλοντα δυσάρεστη είδηση για την πόλη. Στον εγκληματία η τιμωρία του λιθοβολισμού γινόταν στον τόπο, όπου αυτός έκανε τον φόνο.

Με τον καιρό, όμως, αντί να λιθοβολούν το φονιά, απέμεινε η συνήθεια, κάθε φορά που επρόκειτο να στιγματίσουν μια κακή πράξη, να ρίχνουν, όταν περνάνε από ένα ορισμένο σημείο, πέτρες, αναθεματίζοντας απλώς τον δράστη. Αυτό, λοιπόν, το έθιμο συνεχίστηκε μέχρι τα χρόνια μας, με την συνήθεια των πολιτών να μαζεύουν σε ορισμένα μέρη πέτρες σωρούς, που τις λένε αναθέματα ή αναθεματίστρες, και λέγοντας την ώρα που τις έριχναν: ανάθεμα!

Είναι δε τα ορισμένα μέρη αυτά κορυφές λόφων ή και τρίστρατα, κατά την παράδοση, αφού και στους Νόμους του Πλάτωνα, τον πατροκτόνο ή τον παιδοκτόνο ή τον αδελφοκτόνο τον πήγαιναν σε τρίδρομο μέσα στην πόλη και εκεί οι Αρχές, αφού έριχναν πέτρα πάνω στο κεφάλι του, τον πέταγαν μετά άταφο έξω από τα σύνορα της πόλης, γιατί κατά την λαϊκή αντίληψη, σ’ αυτά τα μέρη, τα πονηρά πνεύματα είναι πολύ κακά -αντίληψη, που και οι επιστήμονες, σήμερα, υποστηρίζουν- ότι ο λιθοβολισμός γίνεται, για να μπορέσει το δαιμόνιο του τόπου να γίνεται ανίσχυρο.

Σήμερα αναθεματίζονται και ζωντανοί. Απ΄εδώ σχηματίστηκαν οι φράσεις: «έριξε πέτρα πίσω του και έριξε μαύρο λιθάρι». Στα Κύθηρα λένε : «του πρέπει λιθόσωρος».

Link to comment
Share on other sites

ΟΙ ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ ΗΜΕΡΕΣ

Οι αίθριες ημέρες στα μέσα του χειμώνα ονομάστηκαν Αλκυονίδες από το όνομα της Αλκυόνης , κόρης του Αιόλου ,που κυβερνούσε τους ανέμους. Σύμφωνα με το μύθο , κάποια φορά επειδή η Αλκυόνα έπεσε σε σφάλμα, ο Δίας την τιμώρησε μεταμορφώνοντάς τη σε πουλί , την αλκυόνα και την καταδίκασε να γεννά τα αυγά της το χειμώνα , αντί την άνοιξη. Επειδή όμως άφηνε τα αυγά της στους βράχους που βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα ή σε όχθες ποταμών και ο χειμωνιάτικος αέρας τα παράσερνε στα κύματα , παρακάλεσε το Δία να τη συγχωρέσει. Αυτός τη λυπήθηκε και διέταξε τότε τον Αίολο να σταματάει για 14 ημέρες περίπου την πνοή των δυνατών ανέμων και να διατηρεί καλοκαιρία κατά το χρονικό αυτό διάστημα .

( Αριστοφάνης, όρνιθες , στ . 1594/Περι αλκυονίδων )

Έτσι , οι αρχαίοι Έλληνες εξηγούσαν την ύπαρξη αυτών των ζεστών ημερών του καλού και αίθριου καιρού μέσα στο χειμώνα , τις οποίες ο Αριστοτέλης τις χαρακτήριζε και ως μέρες ευδίας . Οι Αλκυονίδες ημέρες τοποθετούνται στο χρονικό διάστημα από τη 15η Δεκεμβρίου έως και τη 15η Φεβρουαρίου κάθε έτους , με μεγαλύτερη συχνότητα το διάστημα 15-31 Δεκεμβρίου και 16-31 Ιανουαρίου.

Τα δυο παραπάνω παραδείγματα, αλλά και γενικότερα η προσεχτική παρατήρηση των φυσικών φαινομένων από το λαό , διαμόρφωσε με την πάροδο του χρόνου σχετικές παροιμίες και παραδόσεις , πολλές από τις οποίες διασώθηκαν μέσω των αρχαίων κειμένων ( π.χ. Ησίοδος/ Έργα και Ημέραι ).

Παρεπιπτόντος Οι ημέρες αυτές έλαβαν το όνομά τους ("αλκυόνιαι") από το μύθο της ελληνικής μυθολογίας τον σχετικό με το θαλάσσιο πτηνό Αλκυόνη, που αποτελεί την αλληγορική σημασία του ομώνυμου αστέρα Αλκυόνη των Πλειάδων που φέρεται με το όνομα του πτηνού. Ο αστέρας Αλκυόνη κατά την εποχή αυτή μεσουρανεί κατά τις εσπερινές ώρες και επομένως κατά τις ανέφελες νύκτες του Ιανουαρίου είναι ορατός στο σύμπλεγμα των Πλειάδων, ως κορωνίδα της Πούλιας, κατα τη δημώδη έκφραση, που σημαίνεται ως προς το ζενίθ, στην ψηλότερη περιοχή του ουράνιου θόλου. Εξ αυτού του απλού φυσικού γεγονότος όλες οι συνεχόμενες ημέρες που είναι ορατός ο αστέρας Αλκυών ήταν πολύ φυσικό να ονομασθούν Αλκυονίδες.

Λοιπόν τα ονόματα των επτά (7) αελφών είναι

* Η Μαία, η πρώτη και ομορφότερη, μητέρα του Ερμή

* Η Ταϋγέτη (μυθολογία), μητέρα του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λακεδαίμονα

* Η Ηλέκτρα, μητέρα του Δάρδανου, γενάρχη των Τρώων και του Ημαθίωνα, βασιλιά της Σαμοθράκης

* Η Στερόπη, σύζυγος του ήρωα Οινόμαου

* Η Κελαινώ, μητέρα του ήρωα Λύκου

* Η Αλκυόνη, που μεταμορφώθηκε σε πουλί από το Δία, και

* Η Μερόπη, σύζυγος του Σίσυφου και μητέρα του Γλαύκου

Μία μκρή ΠΑΡΑΘΕΣΗ ΔΙΟΤΙ Ε Ι Μ Α Σ Τ Ε Π Α Ν Ω Α Π Ο Ο Λ Α Ε Λ Λ Η Ν Ε Σ

Link to comment
Share on other sites

• Του ήρθε κουτί

Όταν μετά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα άρχισε να παίρνει μια συγκεκριμένη μορφή η κοσμική ζωή στον τόπο μας και να διοργανώνονται οι πρώτες κοσμικές συγκεντρώσεις, παράλληλα με τις γραφικές δεξιώσεις των ανακτόρων, γεννήθηκε, όπως ήταν φυσικό, το ζήτημα των αμφιέσεων. Υπήρχαν, βέβαια, και εδώ μοδίστρες και ράφτες πεπειραμένοι, αλλά για την κατασκευή ελληνικών στολών, με τα πολύχρωμα και πολύπλοκα κεντήματα και στολίδια.

Οι φραγκοράφτες, δηλαδή οι ράφτες που έραβαν σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, φάνηκαν λίγο αργότερα. Αλλά, όπως ήταν φυσικό, οι προτιμήσεις άρχισαν να προσαρμόζονται με τον καιρό στις δυτικές αντιλήψεις περί κομψότητας. Οι παριζιάνικες τουαλέτες και τα λονδρέζικα φιγουρίνια για τους άντρες, άρχισαν να γίνονται πρότυπα για να τα μιμηθούν οι κομψευόμενοι Αθηναίοι και επειδή δεν μπορούσαν να εμπιστευθούν τα ακριβά υφάσματα στις Αθηναίες μοδίστρες, οι πιο πλούσιοι έκαναν τις παραγγελίες τους στην Ευρώπη.

Έτσι, ένα ωραίο πρωί έφθαναν ραμμένα ρούχα από το Παρίσι και το Λονδίνο, μέσα σ’ ένα πολυτελέστατο κουτί. Φυσικά, σκεφθείτε το πώς περίμενε καθένας, όταν μάλιστα πλησίαζε κανένας ανακτορικός χορός. Θα φτάσει ή δε θα φτάσει έγκαιρα το κουτί; Όλα, όμως, πήγαιναν θαυμάσια, όταν η Ευρώπη έδινε το παρόν στην ώρα της. Τότε γι’ αυτόν που το περίμενε του «ε ρ χ ό τ α ν κ ο υ τ ί» και, μάλιστα, αυτά που του ήρθαν και χωρίς πρόβα, τον έκαναν ή την έκαναν «του κουτιού».

Link to comment
Share on other sites

Παρεπιπτόντος Οι ημέρες αυτές έλαβαν το όνομά τους ("αλκυόνιαι") από το μύθο της ελληνικής μυθολογίας τον σχετικό με το θαλάσσιο πτηνό Αλκυόνη, που αποτελεί την αλληγορική σημασία του ομώνυμου αστέρα Αλκυόνη των Πλειάδων που φέρεται με το όνομα του πτηνού. Ο αστέρας Αλκυόνη κατά την εποχή αυτή μεσουρανεί κατά τις εσπερινές ώρες και επομένως κατά τις ανέφελες νύκτες του Ιανουαρίου είναι ορατός στο σύμπλεγμα των Πλειάδων, ως κορωνίδα της Πούλιας, κατα τη δημώδη έκφραση, που σημαίνεται ως προς το ζενίθ, στην ψηλότερη περιοχή του ουράνιου θόλου. Εξ αυτού του απλού φυσικού γεγονότος όλες οι συνεχόμενες ημέρες που είναι ορατός ο αστέρας Αλκυών ήταν πολύ φυσικό να ονομασθούν Αλκυονίδες.

Λοιπόν τα ονόματα των επτά (7) αελφών είναι

* Η Μαία, η πρώτη και ομορφότερη, μητέρα του Ερμή

* Η Ταϋγέτη (μυθολογία), μητέρα του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λακεδαίμονα

* Η Ηλέκτρα, μητέρα του Δάρδανου, γενάρχη των Τρώων και του Ημαθίωνα, βασιλιά της Σαμοθράκης

* Η Στερόπη, σύζυγος του ήρωα Οινόμαου

* Η Κελαινώ, μητέρα του ήρωα Λύκου

* Η Αλκυόνη, που μεταμορφώθηκε σε πουλί από το Δία, και

* Η Μερόπη, σύζυγος του Σίσυφου και μητέρα του Γλαύκου

Μία μκρή ΠΑΡΑΘΕΣΗ ΔΙΟΤΙ Ε Ι Μ Α Σ Τ Ε Π Α Ν Ω Α Π Ο Ο Λ Α Ε Λ Λ Η Ν Ε Σ

:chair: Οτι γνωρίζει κάποιος καλο είναι να το δημοσιεύει. Οι Ελληνικές παραδόσεις έχουν άπειρες παραλλαγές.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

• Έβαλαν τα πράγματα στη θέση τους

Επί Φραγκοκρατίας, μερικοί Αθηναίοι πήγαν και άδειασαν το σπίτι ενός Φράγκου, που έμενε κάτω από το βράχο της Ακρόπολης. Δεν του άφησαν ούτε έπιπλα ούτε σκεύη ούτε χρυσαφικά. Του τα πήραν όλα! Φυσικά, όταν ο Φράγκος ανακάλυψε την πρωτάκουστη για την εποχή εκείνη κλοπή, πήγε αμέσως και κατάγγειλε το γεγονός στη στρατιωτική διοίκηση της Αθήνας, που εκτελούσε και χρέη Αστυνομίας.

Αμέσως τότε, συνελήφθηκαν μερικοί ύποπτοι , έγιναν ανακρίσεις, μα στο τέλος αναγκάστηκαν να τους αφήσουν ελεύθερους, γιατί κατάλαβαν πως ήταν αθώοι. Ο Φράγκος όμως, που ήθελε να ξαναβρεί οπωσδήποτε τα πράγματά του, σκέφτηκε πονηρά. Έβγαλε, λοιπόν, μια προκήρυξη, που έλεγε: «όσοι γνωρίζουν τους κλέφτες και τους καταγγείλουν, θα πάρουν δώρο, διακόσια δηνάρια. Αν μάλιστα οι κλέφτες θελήσουν να τα επιστρέψουν οι ίδιοι, να μη φοβηθούν καθόλου. Εγώ θα λείπω μια βδομάδα από το σπίτι μου. Μπορούν, λοιπόν, να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους και όταν το κάνουν αυτό, θα πάρουν κι αυτή από ένα καλό δώρο».

Οι κλέφτες φυσικά-που ύστερα από τη προκήρυξη αυτή, φοβόντουσαν μήπως προδοθούν- προτίμησαν να τα ξαναγυρίσουν πίσω και να πάρουν και την…αμοιβή τους. Όταν όμως πήγαν εκεί, ο Φράγκος που τους περίμενε κρυμμένος, τους έπιασε. Έτσι οι Αθηναίοι άρχισαν να λένε μεταξύ τους για την…εξυπνάδα των συμπατριωτών τους, ότι «έβαλαν τα πράγματα στη θέση τους».

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

• Κόστισε ο κούκος αηδόνι

Την περίοδο μετά το 1821 διατέθηκαν μεγάλα ποσά, για να αποκτήσουμε και εμείς ένα ατμοκίνητο καράβι . Κάποια μέρα, λοιπόν, έφτασε το αναμενόμενο ατμοκίνητο καράβι, για να το θαυμάσουν, όλοι όσοι κατέβηκαν στη θάλασσα, για να το υποδεχτούν και να το καμαρώσουν.

Μαζί με το ανώνυμο πλήθος, βρισκόταν και ο γνωστός λαϊκός τροβαδούρος της εποχής, ο ποιητής Σπυριδώνης, που καθώς είδε το καράβι και αναλογίστηκε πόσα λεφτά ξοδεύτηκαν για αυτό, είπε στον παραστεκούμενο Γεννάδιο: -Λογιότατέ μου, τούτο το ατμοκίνητο (έκανε λογοπαίγνιο με το ατμοκίνητο), μας εκόστισε αηδόνι και εβγήκεν κούκος!

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

• Δεν ιδρώνει τ'αυτί του

Ο Ασκληπιός άρχισε από επαρχιακός γιατρός στα Τρίκαλα. Αν έγινε θεός, το χρωστά στο Δία, που θέλησε κάπως ν’ ασχοληθεί μαζί του. Όσο τσαρλατάνικες κι αν φαίνονται σήμερα πολλές από τις θεραπείες του, ο Ασκληπιός ήταν τίμιος γιατρός .Κάποια γυναίκα των ρωτάει-σε πλάκες που βρέθηκαν στην Επίδαυρο-με τι τρόπο να κάνει παιδί , άλλος πως να ξαναβρεί την όρασή του κάποιος πάλι τον ευχαριστεί, επειδή τον απάλλαξε από τις ψείρες και πολλοί απλοϊκοί τού ζητούν χάρες άσχετες με την υγεία. Κάποια π.χ τον ρωτά με ποιο τρόπο να κάνει το φίλο της να την αγαπήσει. « Να τον κλείσεις σ’ένα πολύ ζεστό δωμάτιο κι αν ιδρώσουν τα αυτιά του θα σ’ αγαπήσει . Αν δεν ιδρώσουν, μην παιδεύεσαι άδικα».

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

• Δε χαρίζουμε κάστανα

Άντρες, γυναίκες και παιδιά της Μάνης το μόνο επάγγελμα που ήξεραν να κάνουν στα παλιά τα χρόνια, ήταν τα όπλα. Για τα χωριά τους δεν έλεγαν ότι έχουν τόσους κατοίκους, παρά τόσα τουφέκια. Ο ίδιος ο Ιμπραήμ που έκαψε την Πελοπόννησο, μόνο τη Μάνη δεν μπόρεσε να πάρει. Στα 1826 προσπάθησε να τους ξεγελάσει. Χώρισε σε δυο το στρατό του και τράβηξε τους Μανιάτες προς τον Αλμυρό, ενώ η άλλη φάλαγγα του από τον όρμο του Δηρού ανέβηκε στα έρημα χωριά τους.

Αλλά τα γυναικόπαιδα που βρέθηκαν εκεί, τούς έδιωξαν με πέτρες και δρεπάνια. Ωστόσο ο Ιμπραήμ που κατάλαβε γρήγορα ότι δεν επρόκειτο να τους νικήσει με πόλεμο αλλά μονάχα με μπαμπεσιά έστειλε μέσα στα χωριά της Μάνης τους κατασκόπους του ντυμένους καστανάδες. Αυτοί για να πληροφορηθούν από τις γυναίκες και τα παιδιά πού βρισκόταν κρυμμένοι οι άντρες τους, άρχιζαν να χαρίζουν τα κάστανά τους αντί να τα πουλάνε.

Αυτό έκανε εντύπωση σε όλους και τους έβαλε σε υποψία. Αμέσως τότε ειδοποίησαν για τα καθέκαστα κι ύστερα από λίγο κατέβηκαν οι αρματολοί στα χωριά, έπιασαν τους καστανάδες και τους ανάγκασαν να ομολογήσουν την αλήθεια. Όταν οι κατάσκοποι ρώτησαν τρέμοντας, τι θα τους έκαναν τώρα που τους είπαν την αλήθεια οι Μανιάτες αποκρίθηκαν: "Εμείς δεν χαρίζουμε κάστανα" Δηλαδή θα σας τιμωρήσουμε όπως σας αξίζει.

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ

Κωνσταντίνος

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Έλαμψε διά της απουσίας του

Όταν στην αρχαία Ρώμη κηδεύονταν επίσημα πρόσωπα, πήγαιναν μπροστά από την νεκρική πομπή εικόνες των συγγενών και αγαπημένων προσώπων του νεκρού. Την εποχή του αυτοκράτορα Τιβέριου, πέθανε και κηδεύτηκε η Ιουνία, σύζυγος του Κάσσιου και αδερφή του Βρούτου, των δύο δηλαδή δολοφόνων του Καίσαρα.

Επειδή, όμως, είχε απαγορευτεί η δημόσια εμφάνιση των εικόνων των δύο αυτών δολοφόνων, έλειψαν έτσι από τη νεκρώσιμη πομπή, πράγμα που σχολιάστηκε πολύ στη Ρώμη και έδωσε αφορμή στον Τάκιτο να γράψει στα «χρονικά του» ότι «ο Κάσσιος και ο Βρούτος έλαμπαν ιδιαίτερα, μάλιστα, επειδή έλλειπαν οι εικόνες τους». Την περικοπή αυτή την αποδίδει ο Ντε Σενιέ στην τραγωδία του «Τιβέριος» με τη φράση: «Έλαμπον διά της απουσίας των», που από τότε έμεινε παροιμιακή.

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

• Είναι ξεφτέρι

Και στα Βυζαντινά χρόνια χρησιμοποιούσαν στο κυνήγι των πουλιών και των μικρών ζώων διάφορα αρπακτικά όρνια, που εξημερωμένα και γυμνασμένα κατάλληλα τα έριχναν πάνω στο θήραμα. Χρησιμοποιούσαν αετούς, γεράκια και ένα είδος αρπαχτικών πουλιών, που πετούσαν πραγματικά σαν αστραπές και τα έλεγαν οξυπτέρια.

Οι γυμναστές όλων αυτών των πουλιών έκαναν αυτή τη δουλειά, αφού συμβουλευόντουσαν και τα ειδικά βιβλία της εποχής που τα έλεγαν «Ιερακοσόφια» ή «Ορνεοσόφια». Το αφεντικό τους τα κρατούσε στον καρπό του αριστερού χεριού του και μ’ ένα κούνημα που έκανε με το δεξί τα έστελνε στον προορισμό τους.

Τα «οξυπτέρια» όμως αυτά απόκτησαν και το όνομα της παραφθοράς και κατέληξαν να τα λένε ξυπτέρια-ξεφτέρια. Αλλά «ξεφτέρι» λέμε σήμερα κάθε άνθρωπο που είναι δραστήριος και έξυπνος. Ή και με την αντίθετη σημασία: «ξεφτέρι είναι ο αφιλότιμος» (ηλίθιος).

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

• Δεν κάνουμε χωριό

- Κοινή η φράση, αλλά φαίνεται πως προήλθε από τους Αλβανούς, που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μετά την αποτυχημένη Επανάσταση το 1770, που μας άφησαν οι Ρώσοι στο έλεος των... Τουρκαλβανών.

- Οι Τούρκοι τότε, έφεραν από την Αλβανία χιλιάδες Αλβανούς και τους διασκόρπισαν σε ορισμένες περιφέρειες της πατρίδας μας, για να αλλοιωθεί η σύνθεση του πληθυσμού μας. Αυτοί οι Αλβανοί είναι οι πρόγονοι των Αλβανόφωνων της Αττικής, Κεντρικής Εύβοιας, ορισμένων νησιών του Αιγαίου κλπ., που τώρα βέβαια έχουν αφομοιωθεί με το ελληνικό στοιχείο τέλεια.

- Αλλά οι Αρβανίτες αυτοί ήταν από διάφορες φυλές. Ύστερα, λοιπόν, από πολύμηνη πορεία να φτάσουν στη χώρα μας, εκδηλώθηκαν αντιθέσεις χαρακτήρων, αντιζηλίες, αντίθετα συμφέροντα κλπ. Έτσι μεταξύ τους αναπτύχθηκαν ασυμβίβαστες εχθρότητες και δεν τα κατάφεραν να συμβιώσουν. Όταν, λοιπόν, οι Οθωμανοί αρμόδιοι υπάλληλοι και άρχοντες, που ήθελαν ησυχία στον τόπο τους, ήρθε η ώρα να κάνουν τις εγκαταστάσεις των νεοφερμένων σε συνοικισμούς – χωριά, το πρώτο που τους ρώτησαν ήταν:

-Εδώ είναι το μέρος. Κάνετε χωριό

(ταιριάξετε, για ν’ αποτελέσετε όλοι μαζί μια κοινότητα – ένα χωριό).

-Κι αυτοί, ανάλογα με τα συναισθήματά τους, αποκρίνονταν:

«Κάνουμε χωριό» ή «Δεν κάνουμε χωριό».

Από αυτούς και από εκείνη την εποχή, έμεινε και η φράση, που λέγεται ακόμα και σήμερα σε ανάλογες περιπτώσεις.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

• Βγήκε στο κλαρί

- Όταν ο Γέρος του Μωριά, έβλεπε κανένα αμούστακο παλικάρι να θέλει να πάει μαζί του, το κοιτούσε ερευνητικά πολύ ώρα και όταν έμενε ικανοποιημένος, του έλεγε καλόκαρδα:

"Γρήγορα βγήκες στο κλαρί, μωρέ αγόρι. Φτάνει μονάχα να λέει η καρδιά σου !"

- Με το «κλαρί» όμως, ο γέρος δεν εννοούσε το αρματολίκι ή το βουνό, αλλά τον «κλάδο των νεοφώτιστων», δηλαδή- όπως θα λέγαμε σήμερα- το λόχο των νεοσύλλεκτων. Ο «κλάδος» αυτός, που με τον καιρό έγινε «κλαρί», ήταν αποκλειστικά έργο του Κολοκοτρώνη.

- Οι νεοφώτιστοι που έμπαιναν εκεί, γυμνάζονταν από τους παλιούς και δοκιμασμένους αρματολούς όχι μόνο στο σημάδι, αλλά και στην πάλη, στο τρέξιμο και στο πήδημα, όπως έκαναν και οι αρχαίοι. Ο Κολοκοτρώνης που παρακολουθούσε πολλές φορές προσωπικά τα γυμνάσματα, όταν έβλεπε κανένα από τα παιδιά αυτά να ξεχωρίζει περισσότερο από τους άλλους, το έπαιρνε κοντά και σιγά-σιγά το έκανε πρωτοπαλίκαρο του. Από τότε έμεινε και ο λόγος «βγήκε στο κλαρί» .

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Βλάκας με περικεφαλαία

- Ο Ιωάννης Κωλέττης, έζησε πολλά χρόνια στη Γαλλία. Εκεί άκουσε μια φράση που την είπε ο Μεγάλος Ναπολέοντας, του άρεσε και τη μετέφερε στην πατρίδα του, αλλά κάπως αλλαγμένη.

- Ο Μεγάλος Ναπολέοντας είχε πει κάποτε πως: "Διακρίνουμε δύο τύπους στρατιωτών: τους μαχητές, που είναι έξυπνοι και δραστήριοι και τους στρατιώτες, που τους χρησιμοποιούν για τις παρελάσεις και που πρέπει να είναι βλάκες, για να μπορούν να στέκουν ώρες ολόκληρες στους δρόμους και στις πλατείες, σαν τα αγάλματα!

Σ' αυτές τις παρατάξεις χρησιμοποιούσαν πιο πολύ ρακοφόρους, που φορούσαν περικεφαλαίες με ένα λοφίο από πάνω θυσανωτό (φουντωμένο) και που τους έλεγαν Θωρακοφόρους βλάκες, για να δημιουργηθεί αμέσως η έκφραση: "ΒΛΑΚΑΣ ΣΑΝ ΘΩΡΑΚΟΦΟΡΟΣ".

Στην Ελλάδα όμως, επειδή δεν είχαμε τέτοιο σώμα στρατού, την άλλαξε, τη διαμόρφωσε την έκφραση αυτή ο Κωλέττης και την έκανε: "είναι βλάκας με λοφίο" ή βλάκας με πατέντα" δηλαδή με δίπλωμα, όπως μεταφράζεται, η ιταλική λέξη "πατέντα". Τη φράση αυτή τη μεταχειριζόμαστε σε περίπτωση που βλέπουμε ανθρώπους πολύ καθυστερημένους στο μυαλό.

Link to comment
Share on other sites

• Για ψύλλου πήδημα

- Από τον πρώτο αιώνα η επικοινωνία των Ρωμαίων με τον ασιατικό κόσμο, είχε σαν αποτέλεσμα την εισαγωγή πληθώρας γελοίων και εξευτελιστικών δεισιδαιμονιών, που κατέκλυσαν όλες τις επαρχίες της Ιταλίας. Εκείνοι που φοβόντουσαν το μάτιασμα, καταφεύγανε στις μάγισσες, για να τους ξορκίσουν μ’ ένα πολύ περίεργο τρόπο:

Οι μάγισσες αυτές είχαν μερικούς ψύλλους, που πηδούσαν γύρω από ένα πιάτο νερό. Αν ο ψύλλος έπεφτε μέσα και πνιγόταν, τότε αυτός που τον μάτιασε ήταν εχθρός. Αν συνέβαινε το αντίθετο- αν δεν πνιγόταν δηλαδή- τότε το μάτιασμα ήταν από φίλο, πράγμα που θα περνούσε γρήγορα.

- Κάποτε μια μάγισσα υπέδειξε σ’ έναν πελάτη της ένα τέτοιο εχθρό με τ’ όνομα του. Εκείνος πήγε, τον βρήκε και τον σκότωσε. Έτσι άρχισε μια φοβερή «βεντέτα» ανάμεσα σε δύο οικογένειες, που κράτησε για πολλά χρόνια. Ωστόσο, από το δραματικό αυτό επεισόδιο, που το προξένησε μια ανόητη πρόληψη, βγήκε και έμεινε παροιμιακή η φράση: τον σκότωσε "Για ψύλλου πήδημα" .

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

• Δε μύρισα τα νύχια μου

Καμιά τιμή στην αρχαιότητα δεν είχε την αξία του τίτλου «Ολυμπιονίκης». Οι νικητές, όταν γύριζαν στην πόλη τους, είχαν το δικαίωμα να φορούν πορφύρα και στεφάνι, γκρέμιζαν ένα μέρος του τείχους της πόλης, για να περάσει η πομπή τους και έστηναν το άγαλμά τους στην αγορά. Οι Ολυμπιονίκες της Σπάρτης πολεμούσαν κοντά στο βασιλιά. Στην Αθήνα τους έτρεφαν δωρεάν, όσο να πεθάνουν, όπως ακριβώς γινόταν και με τους μεγάλους άνδρες του Πρυτανείου. Πολλοί πήγαιναν στα διάφορα μαντεία, για να μάθουν το νικητή. Οι «μάντισσες», «βουτούσαν» τότε τα νύχια τους σ’ένα υγρό, καμωμένο από δαφνέλαιο, ύστερα τα έβαζαν κοντά στη μύτη τους κι έπεφταν σ’ένα είδος καταληψίας. Τότε ακριβώς έλεγαν και το όνομα του νικητή.

Link to comment
Share on other sites

  • 4 weeks later...

• Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς

Η παροιμία διδάσκει, κατά τον Ν. Πολίτη, «ότι ματαιοπονεί ο επιχειρών να διορθώση τον φύσει πονηρόν, ή να διδάξη τον ανεπίδεκτον μαθήσεως, ή ο ευεργετών αχάριστον».

Η παροιμία συνοψίζει αρχαίο αισώπειο μύθο, σύμφωνα με τον οποίο ο κύριος ενός Αιθίοπα, νομίζοντας πως ο δούλος του είναι μαύρος από την απλυσιά, προσπαθούσε επίμονα πλένοντάς τον να τον καθαρίσει. Ο Λουκιανός παραδίδει και την παροιμιώδη σχετική φράση: Αιθίοπα σμήχειν = (από αμάθεια) πλένω Αιθίοπα, για να τον κάνω λευκό. Αξιομνημόνευτη η διάδοση της παροιμίας και στην Ασία, όπου, βέβαια, δεν γίνεται λόγος για αράπη, αλλά για μαύρη αρκούδα, κουρούνα ή κάρβουνο.

Link to comment
Share on other sites

Δημιουργήστε ένα λογαριασμό ή κάντε είσοδο για να σχολιάσετε

Πρέπει να είστε μέλος για να προσθέσετε ένα σχόλιο

Δημιουργία λογαριασμού

Δημιουργήστε ένα νέο λογαριασμό. Είναι εύκολο!

Δημιουργία λογαριασμού

Σύνδεθείτε

Έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.

Είσοδος
×
×
  • Create New...